Κεφάλαιο 2: Το πραγματικό κόστος του καπνίσματος
Η απομόνωση μιας χήρας καπνίστριας
Η ζωή της είχε γίνει μια ρουτίνα. Έκανε καθημερινά τις ίδιες κινήσεις για τη διατήρησης της ύπαρξής της. Ξυπνώντας και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Πλένοντας το πρόσωπό της, βουρτσίζοντας τα δόντια της και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Τρώγοντας το πρωινό και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Κάνοντας ελαφρύ καθάρισμα, σκούπισμα με ηλεκτρική σκούπα, ξεσκόνισμα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Βλέποντας λίγη τηλεόραση και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Προετοιμάζοντας ένα σάντουιτς για το μεσημεριανό γεύμα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Ξαπλώνοντας για ένα σύντομο ύπνο, ξυπνώντας και καπνίζοντας ένα τσιγάρο.
Διαβάζοντας την εφημερίδα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Γράφοντας έναν κατάλογο με ψώνια και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Ετοιμάζοντας να κάνει κάποια ψώνια και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Οδηγώντας στην αγορά και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Εισέχοντας στο κατάστημα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Πληρώνοντας, φεύγοντας από το καταστήματα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Πηγαίνοντας στο σπίτι, προετοιμάζοντας το γεύμα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Τρώγοντας το γεύμα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Καθαρίζοντας το τραπέζι, πλένοντας τα πιάτα και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Βλέποντας λίγη τηλεόραση και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Βουρτσίζοντας τα δόντια της, ετοιμάζοντας το κρεβάτι και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Μπαίνοντας κάτω από τα σεντόνια και καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Πηγαίνοντας για ύπνο.
Μετά την απώλεια του συζύγου της πριν από πολλά χρόνια, τίποτα στην κανονική καθημερινή ύπαρξή της δεν φάνηκε να δίνει στη ζωή της οποιοδήποτε νόημα ή οποιαδήποτε πραγματική ευτυχία. Εβδομάδες περνούσαν χωρίς να χαμογελάσει ούτε μια φορά. Σχεδόν τίποτα δεν φάνηκε να της φέρνει ευτυχία. Αλλά αυτή η ημέρα άρχιζε διαφορετικά. Μετά από το πρωινό της, το τηλέφωνό της χτύπησε. Έτρεξε για ένα τσιγάρο. Στο τέταρτο χτύπημα πρόλαβε το τηλέφωνο σήκωσε το ακουστικό. Ήταν η κόρη της. Έμενε μόνο μια ώρα μακριά, αλλά λόγω της σταδιοδρομίας της, του προγράμματος του συζύγου της και του σχολείου του παιδιού, του ποδοσφαίρου, του πιάνου, των αγγλικών, κλπ, ήταν σε θέση να την επισκέπτονται μόνο περιστασιακά. Η ευχάριστη έκπληξή της ήταν ότι θα έρχονταν το Σάββατο να περάσουν την ημέρα.
Για πρώτη φορά ύστερα από εβδομάδες φάνηκε αληθινά ευτυχής. Μόλις έκλεισε, άρπαξε ένα τσιγάρο. Έπρεπε να προετοιμαστεί για την επίσκεψη της κόρης της. Κάλεσε το κομμωτήριο για απογευματινό ραντεβού. Όταν έκλεισε το τηλέφωνο κάπνισε ένα τσιγάρο. Ντύθηκε, ετοιμάστηκε να βγει για ψώνια, και λίγο πριν φύγει κάπνισε ένα τσιγάρο. Πηγαίνοντας στο σούπερ μάρκετ κάπνισε βιαστικά δύο τσιγάρα γιατί ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να καπνίσει μέσα στο κατάστημα. Δρασκέλιζε στην πορεία της γιατί ήταν πολύ χαρούμενη για την επίσκεψη. Όταν τελείωσε, έφυγε εσπευσμένα και άναψε ένα τσιγάρο. Πήγε στο σπίτι, τακτοποίησε τα ψώνια, προετοίμασε και έφαγε ένα γρήγορο μεσημεριανό, κάπνισε ένα τσιγάρο και άφησε βιαστικά το σπίτι για να είναι εγκαίρως στο κομμωτήριο. Ενώ ήταν εκεί κάπνισε και συζήτησε με τους άλλους πελάτες, λάμποντας όταν έλεγε για τα συναρπαστικά νέα για το Σαββατοκύριακό της.
Όταν γύρισε σπίτι, κάπνισε ένα τσιγάρο, και ξεκίνησε την προετοιμασία του φαγητού για το μεγάλο γεύμα το Σαββάτο βράδυ. Κάπνισε και έφαγε, κάπνισε και μαγείρεψε και κάπνισε και προετοιμάστηκε για το κρεβάτι. Ένα τελευταίο τσιγάρο και με χαρά την πήρε ο ύπνος, χαρούμενη και συγκινημένη για τη χαρά της επερχόμενης ημέρας.
Μόλις ξύπνησε κάπνισε το πρώτο τσιγάρο της. Καθάρισε και βούρτσισε τα δόντια της, και κάπνισε άλλο ένα τσιγάρο. Έφαγε πρωινό και κάπνισε πάλι. Άρχισε την προετοιμασία για την επίσκεψη καπνίζοντας συνέχεια πολυάριθμα τσιγάρα. Ακόμα κι αν δεν το είχε καταλάβει, κάπνιζε περισσότερο από ότι κανονικά. Ύστερα από χρόνια, υποσυνείδητα είχε μάθει ότι αφού δεν μπορούσε να καπνίζει γύρω από τα εγγόνια, έπρεπε να έχει άφθονη νικοτίνη στο αίμα της μέχρι να φτάσουν. Ένας τελευταίος μικρός καθαρισμός, μαγείρεμα και κάπνισμα. Ήταν έτοιμη.
Το κουδούνι ηχεί. Γρήγορα καταφτάνει στην πόρτα, την ανοίγει και βλέπει επιτέλους την οικογένειά της. Όλοι είναι συγκινημένοι. Βλέπει το μικρό εγγονάκι της και όπως πάει να το φιλήσει, το μικρό της λέει: «Γιαγιά, μυρίζεις σαν τασάκι». Είχε όμως συνηθίσει σε τέτοια σχόλια, το αγαπούσε πολύ έτσι και αλλιώς. Ύστερα από 15 λεπτά συζήτησης με την οικογένεια της, πήγε με την κόρη της στην κουζίνα για να μαγειρέψουν το δείπνο. Όμως ύστερα από περίπου δύο ώρες, άρχισε να θέλει πάλι τσιγάρο. Αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε να καπνίσει. Τα εγγόνια έτρεχαν από άκρη σ' άκρη του σπιτιού παίζοντας. Περνάγανε οι ώρες και η υπομονή της είχε αρχίσει να εξαντλείται. «Πολλή φασαρία» σκέφτεται. Πόσο θα ήθελε ένα τσιγάρο! Σε λίγο, αρχίζει να παραπονιέται για έναν ελαφρύ πονοκέφαλο. Αποφασίζουν όλοι ότι θα ήταν καλό να φάνε πιο νωρίς, αφού η γιαγιά φαίνεται κάπως κουρασμένη. Όλοι κάθονται για δείπνο. Το φαγητό είναι καλό και όλοι το ευχαριστιούνται.
Αλλά η γιαγιά φαίνεται να αισθάνεται όλο και χειρότερα. Τέσσερις ώρες έχουν περάσει και ακόμα δεν έχει καπνίσει. Μετά το δείπνο, όλοι αποφασίζουν ότι η γιαγιά χρειάζεται ξεκούραση, και καλύτερα να φύγουν όλοι νωρίτερα. Τους φιλάει όλους και βιαστικά τους ξεπροβοδίζει. Μόλις κλείσει η πόρτα τρέχει στο πακέτο της και καπνίζει τρία τσιγάρα απανωτά. Επιτέλους αρχίζει να αισθάνεται καλύτερα. Τώρα κάθεται στο άδειο δωμάτιο και συλλογίζεται πόσο μόνη αισθάνεται και πόσο λυπημένη είναι που έφυγαν τόσο νωρίς. Τουλάχιστον όμως έχει τα τσιγάρα της. Είχε πάντως μια μεγάλη ημέρα. Πλένεται, βουρτσίζει τα δόντια της, ετοιμάζεται για ύπνο, και καπνίζει ένα τσιγάρο.
Αύριο θα έχει άλλη μια μέρα ρουτίνας.