Κεφάλαιο 3: Πώς να σταματήσετε το κάπνισμα
«Πώς Θα Έπρεπε Να Αποκαλώ Τον Εαυτό Μου;»
Κάποιο μέλος ενός διαδικτυακού βήματος πρόσφατα ανήρτησε ένα μήνυμα ρωτώντας εάν θα έπρεπε να αποκαλεί τον εαυτό του μη καπνιστή ή όχι, από τη στιγμή που είχε πράγματι παραιτηθεί από το κάπνισμα. Βασικά η απάντηση είναι ναι, αν και για κάποιους ανθρώπους μπορεί να δημιουργήσει μια κατάσταση σύγχυσης. Αυτοί είναι άνθρωποι που κοιτούν τον όρο από ιστορική οπτική γωνία πριν ο όρος καπνιστής και μη καπνιστής αποκτήσουν κάποια πραγματική, αρνητική ή θετική, δευτερεύουσα σημασία. Τον πρώτο καιρό ο όρος συχνά χρησιμοποιούταν για να αναφερθούμε σε κάποιο άτομο που δεν είχε καπνίσει ούτε ένα τσιγάρο στη ζωή του. Υποθέτω ο πιο ακριβής όρος προς χρήση σήμερα για κάποιο άτομο που δεν έχει καπνίσει ποτέ του θα έπρεπε να είναι «ουδέποτε καπνιστής». Είναι όμως δύσκολο να αναιρέσουμε κοινώς αποδεκτή ορολογία. Μερικές φορές σε επίσημα έγγραφα όπως ασφαλιστικές δηλώσεις, ίσως υπάρχει νομική διάκριση ανάμεσα στους όρους καπνιστής, πρώην καπνιστής και ουδέποτε καπνιστής. Για προσωπικούς και γενικούς όμως λόγους, ο όρος μη καπνιστής είναι μια χαρά όσο καταλαβαίνετε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στον μη καπνιστή και τον ουδέποτε καπνιστή.
Άλλοι όροι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ένα άτομο που συνήθιζε να καπνίζει αλλά δεν το κάνει πια είναι πρώην καπνιστής, αναμορφωμένος καπνιστής, καπνιστής που αναρρώνει ή συνειδητοποιημένος καπνιστής. Αν και, πιστεύω πως όλοι αυτοί οι όροι θα έπρεπε να συνοδεύονται από το «πολύ χαρούμενος», δηλαδή «πολύ χαρούμενος πρώην καπνιστής» έτσι ώστε ο όρος να μην ερμηνεύεται με στενάχωρη ή στερητική χροιά από το άτομο στο οποίο λέγεται.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό κάθε ένα άτομο ξεχωριστά που συνήθιζε να καπνίζει αλλά δεν τον κάνει πια να καταλάβει ότι υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον ουδέποτε καπνιστή και τον πρώην καπνιστή. Παρ' ότι σωματικά και πνευματικά ο ουδέποτε καπνιστής και ο πρώην καπνιστής ίσως αισθάνονται παρόμοια συμπεριλαμβανομένων ακόμα και των πανομοιότυπων συμπεριφορών ή της μέλλουσας κατάστασής τους, υπάρχει μια σημαντική διαφορά στη φυσιολογία.
Ο πρώην καπνιστής εξακολουθεί να έχει έναν εθισμό. Ίσως τώρα να είναι ασυμπτωματικός, υπάρχει όμως πάραυτα. Αυτή η διαφορά μπορεί να γίνει εμφανής σε μία μόνο περίπτωση. Ένας ουδέποτε καπνιστής θα μπορούσε, αν στ' αλήθεια το ήθελε (το οποίο για κανέναν λογικό λόγο δε θα έπρεπε ποτέ να συμβεί) να πάρει μια ωραία βαθιά ρουφηξιά σε ένα τσιγάρο και κατά πάσα πιθανότητα θα έβηχε, θα αναγούλιαζε και ίσως ακόμα έκανε εμετό από αυτήν την ανόητη και παρορμητική πράξη. Ίσως ένιωθε άσχημα για λίγη ώρα και με καλή τύχη δεν θα του πέρναγε από το μυαλό ποτέ να το ξανακάνει.
Ένας πρώην καπνιστής θα μπορούσε να κάνει την ίδια παράλογη πράξη, να πάρει μια ρουφηξιά, να βήξει, να αναγουλιάσει και ίσως ακόμα να κάνει και εμετό. Θα ένιωθε έτσι πιθανώς τελείως απαίσια σωματικά, ίσως ακόμα και χειρότερα από ότι ο ουδέποτε καπνιστής που έκανε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Ενδεχομένως θα κατέληγε να μισήσει την εμπειρία και να είναι πολύ θυμωμένος με τον εαυτό του που το έκανε αυτό, αλλά μέσα στα επόμενα λεπτά, τις επόμενες ώρες ή μέρες, ενδεχομένως θα έχει μια ανίκητη παρόρμηση να καπνίσει άλλο ένα. Τη δεύτερη φορά ίσως έχει τις ίδιες αντιδράσεις, να νιώσει εντελώς απαίσια, άρρωστος. Σύντομα το άτομο θα πιάσει τον εαυτό του να καπνίζει περισσότερη νικοτίνη και είτε γρήγορα είτε σταδιακά θα επιστρέψει στο πρότερο επίπεδο ημερήσιας πρόσληψης ή ίσως ακόμα και μεγαλύτερο από πριν.
Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι η πρώτη ρουφηξιά -έστω και δυσάρεστη- δημιουργεί επιπρόσθετες παρορμήσεις στον πρώην καπνιστή που είναι δύσκολο να ελέγξει αντίθετα με την πιθανή απέχθεια στον ουδέποτε καπνιστή. Μια ρουφηξιά νικοτίνης σημαίνει υποτροπιασμό για έναν πρώην καπνιστή. Ο εθισμός που βρισκόταν κοιμισμένος τώρα επιστρέφει δριμύτερος.
Είστε πρώην καπνιστής τώρα ή οτιδήποτε άλλο σας κάνει να νιώθετε άνετα. Αλλά σε κάθε επίπεδο της συνείδησής σας να θυμάστε πάντα ότι είστε ακόμα και πάντα θα είστε ένας εθισμένος στη νικοτίνη που αναρρώνει. Δεν είναι απαραιτήτως ευχάριστος τρόπος να σκέφτεται έτσι κάποιος για τον εαυτό του, αν όμως η ανάρρωσή σας πρόκειται να κρατήσει, είναι σπουδαίο να διατηρήσετε μια θεμελιώδη επαγρύπνηση ότι εξαιτίας της συνειδητοποιημένης εξάρτησής σας που υποφώσκει, πρέπει πάντοτε να έχετε ψηλά τις άμυνές σας. Γιατί όσο αρνητικά κι αν ακούγεται και σας κάνει να αισθάνεστε το να διακρίνετε τον εαυτό σας ως πρώην καπνιστή, είναι μακράν καλύτερο από το να πρέπει να πείτε ξανά «είμαι καπνιστής».
Καπνιστής είναι ένα άτομο που επί του παρόντος βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο ενός ναρκωτικού που τον εξαναγκάζει να διανέμει διαρκώς τη μια δόση μετά την άλλη, τη μια τζούρα μετά την άλλη τζούρα και μετά κι άλλη τζούρα, δεκάδες ή ίσως και εκατοντάδες φορές σε μια μέρα. Και μαζί με αυτό το ενεργό ναρκωτικό -τη νικοτίνη- προσλαμβάνει επίσης πάνω από 40 καρκινογόνα (χημικά που προκαλούν καρκίνο) και περισσότερα από τέσσερις χιλιάδες άλλα χημικά, εκατοντάδες από τα οποία είναι δηλητηριώδη (αρσενικό, υδροκυάνιο, μονοξείδιο του άνθρακα και φορμαλδεΰδη για να αναφέρουμε μερικά). Ο καπνιστής αυξάνει τους κινδύνους για κάποιες από τις πιο εξασθενητικές και θανατηφόρες ασθένειες γνωστές στον άνθρωπο. Μυρίζει μονίμως άσχημα και είναι κοινωνικός απόβλητος κατά τη διάρκεια της χρήσης του συστήματος διανομής του ναρκωτικού του.
Ναι, πρώην καπνιστής ίσως δεν ακούγεται τέλεια, αλλά ενεργός καπνιστής είναι κάτι πολύ χειρότερο να πρέπει να παραδέχεσαι και να βιώνεις. Για να κρατήσετε την τωρινή σας κατάσταση χρησιμοποιώντας όποιο όνομα έχετε επιλέξει και για να μην επιστρέψετε στον θανατηφόρο τρόπο ζωής ενός καπνιστή, απλά να θυμάστε να ΜΗΝ ΞΑΝΑΠΑΡΕΤΕ ΑΛΛΗ ΤΖΟΥΡΑ!